ΝΕΟΤΕΡΑ
latest

728x90

468x60

Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2018

Νέα δεδομένα στις καλλιέργειες λόγω της κλιματικής αλλαγής

Νέα δεδομένα στις καλλιέργειες λόγω της κλιματικής αλλαγής



Σημαντικές παρεμβάσεις στις καλλιέργειές τους πρέπει να κάνουν οι παραγωγοί γεωργικών προϊόντων προκειμένου να είναι «ετοιμοπόλεμοι» για την κλιματική αλλαγή, που δεν αργεί να επηρεάσει σημαντικά τη χώρα μας.


Από τις νέες κλιματικές συνθήκες αναμένεται να επηρεαστούν -και αρνητικά και θετικά- οι εκτάσεις βαμβακιού, ελιάς, άμπελου και σίτου σύμφωνα με τους ειδικούς. Ολα αυτά την ώρα που τα ακραία καιρικά φαινόμενα και οι καύσωνες χρόνο με το χρόνο πληθαίνουν. Μελέτη που πραγματοποιήθηκε στα Χανιά έδειξε ότι το 2015 αυξήθηκε η θερμοκρασία κατά 2% και τα έντονα φαινόμενα κάθε τύπου κατά 7%.


Σύμφωνα με τα στοιχεία του γεωπόνου Ιωάννη Μποζοβίτη, όπως αυτά παρουσιάστηκαν σε συνέδριο για την κλιματική αλλαγή που διοργάνωσε η Αμερικανική Γεωργική Σχολή στη Θεσσαλονίκη, οι ακραίες καιρικές συνθήκες ενδέχεται να διαταράξουν σοβαρά την παραγωγή βαμβακιού ιδίως κατά τις κρίσιμες φάσεις της ανάπτυξης των καλλιεργειών. Ο ίδιος αναφέρει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ότι οι αλλαγές στο κλίμα και ιδιαίτερα η αύξηση της θερμοκρασίας μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα των ινών, αλλά και την απόδοσή τους.


Ως εκ τούτου, όπως επισημαίνει ο γεωπόνος, οι στρατηγικές αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής στην παραγωγή βαμβακιού πρέπει να εστιάσουν στην ανάπτυξη νέων ποικιλιών-υβριδίων που θα είναι ανθεκτικά στη θερμότητα. Οι νέες αυτές ποικιλίες πρέπει να ξεκινήσουν στη φάση σποράς του βαμβακιού (Μάιος-Ιούνιος) και θα πρέπει να περιλαμβάνουν βαμβάκι με πιο εκτεταμένα ριζικά συστήματα για την αύξηση της πρόσληψης νερού κατά τη διάρκεια της ξηρασίας. Πρέπει δηλαδή να πραγματοποιηθούν πειράματα στο πλαίσιο της στρατηγικής αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Αλλες ποικιλίες βαμβακιού, όπως αναφέρει ο γεωπόνος, ενδέχεται να χρησιμοποιήσουν τα γονίδια άγριου, πολυετούς βαμβακιού για να βελτιώσουν την ικανότητα του καλλιεργημένου βαμβακιού να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή.


Σε αντίθεση με το βαμβάκι, η «ανθεκτική» ελιά έχει κυρίως θετικές συνέπειες από την κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε στο ίδιο συνέδριο ο σύμβουλος γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή, Κωνσταντίνος Ζουκίδης, η ελαιοπαραγωγή αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια κατά 4,1%. Το ίδιο και τα καθαρά κέρδη των ελαιοπαραγωγών (αύξηση κατά 9,6%). Ανάμεσα στις θετικές επιπτώσεις είναι και η μείωση προσβολών από δάκο, καθώς, όπως εξηγεί στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο κ. Ζουκίδης, φαίνεται πως ο δάκος δεν αντέχει σε θερμότερο περιβάλλον. Στην Ελλάδα, ως θετική επίπτωση θεωρείται και η πρώιμη ωρίμανση της ελιάς.


Πάντως, από τις εκτεταμένες περιόδους ξηρασίας, καθώς και πολύ υψηλών ή πολύ χαμηλών θερμοκρασιών, θα επηρεαστούν αρνητικά και τα ελαιόδεντρα και θα εμφανίζεται πιο συχνά το φαινόμενο ακαρπίας τους.


Ανάμεσα σε αυτά που πρέπει να γίνουν, σύμφωνα με τον κ. Ζουκίδη, για τη διαχείριση των νέων συνθηκών είναι η ανακύκλωση των κλαδεμάτων ως υλικό εδαφοκάλυψης και θρέψης, η αξιοποίηση των υποπροϊόντων της ελαιοκαλλιέργειας μετά από κομποστοποίηση, η ορθή χρήση λιπασμάτων, αλλά και η μειωμένη έως και καθόλου κατεργασία του εδάφους.


Εως και 3,5 βαθμούς θα ανέβει η θερμοκρασία μετά το 2050

Η γενική τάση ανάμεσα στους κύκλους των ερευνητών είναι ότι ο 20ός αιώνας έδειξε μια σημαντική άνοδο της θερμοκρασίας, η οποία αναμένεται να συνεχίσει και στην Ελλάδα να ξεπεράσει τους 2 ή 2,5 βαθμούς στις προσεχείς δεκαετίες. Επομένως, αναμένεται ότι θα ξεπεράσουμε το στόχο των Παρισίων των 2οC (2015), τον οποίο έχει υιοθετήσει ένας μεγάλος αριθμός χωρών.


Οπως προκύπτει από στοιχεία του φυσικού της Ατμόσφαιρας, Χρήστου Ζερεφού, μετά το 2050 η αύξηση της θερμοκρασίας στο πιο ήπιο, μέσο σενάριο εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ξεπερνά τους δύο βαθμούς, αλλά στο πιο επικίνδυνο σενάριο ξεπερνά ακόμη και τους 3,5 βαθμούς. Σύμφωνα με έρευνα της «Διανέοσις» στην Ελλάδα, αναμένεται τριπλασιασμός των έντονων καιρικών φαινομένων και αύξηση των ημερών καύσωνα κατά 15-20 ετησίως μέχρι το 2050. Επίσης, οι τροπικές ημέρες θα αυξηθούν σε 50 το χρόνο, ενώ θα μειωθούν οι ημέρες με νυχτερινό παγετό (περίπου 40 ημέρες ετησίως).


Στη Δυτική Ελλάδα, οι βροχοπτώσεις κατά τον περασμένο αιώνα μειώθηκαν σε ένα ποσοστό περίπου 20%, και μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα αναμένεται να έχουν μειωθεί κατά ακόμη 15%.


Σωρευτικά, το κόστος της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής αναμένεται ότι θα υπερβεί τα 700 δισ. ευρώ στο τέλος του 21ου αιώνα, το οποίο μειώνεται κάτω από 500 εκατομμύρια στην περίπτωση που εφαρμοσθεί η στρατηγική προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.



Διοξείδιο του άνθρακα και… δημοτικός φωτισμός οι ρυπαντές του Δήμου Χανίων

Στα Χανιά ήδη πραγματοποίησαν μια μελέτη στο πλαίσιο του «Σχεδίου Δράσης Αειφόρου Ενέργειας και Κλίματος» που εκπονεί ο Δήμος Χανίων για το πόσο οι κλιματικές συνθήκες έχουν αλλάξει αλλά και τι αναμένεται στα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι συνολικές εκπομπές ρύπων στη γεωγραφική περιοχή του Δήμου Χανίων το 2015 ανήλθαν στους 434.778 τόνους διοξειδίου του άνθρακα, με τον κτιριακό τομέα να αναδεικνύεται ο μεγαλύτερος ρυπαντής (υπεύθυνος για το 53% των εκπομπών) και τον τομέα των μεταφορών να καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση (47%.). Στους ρυπαντές περιλαμβάνονται ακόμη, αν και σε μικρότερο βαθμό, ο γεωργικός τομέας αλλά και ο δημοτικός φωτισμός.


Αξιοσημείωτο επίσης είναι το γεγονός ότι την ίδια χρονική περίοδο, η μέση θερμοκρασία στη γεωγραφική περιοχή του Δήμου Χανίων αυξήθηκε κατά 2% και τα ακραία καιρικά φαινόμενα κάθε τύπου κατά 7-8%, με τη διάβρωση των ακτών να βρίσκεται σε ένα πολύ επικίνδυνο σημείο.


Την ίδια στιγμή, τα επεισόδια καύσωνα σχεδόν τριπλασιάστηκαν τη δεκαετία 1991-2000 σε σχέση με τη δεκαετία 1961-1970, ενώ για την κοντινή μελλοντική περίοδο στα Χανιά αναμένεται η μέση θερμοκρασία να αυξηθεί κατά 1,5°C και για τη μακρινή μελλοντική περίοδο, προς το τέλος δηλαδή του 21ου αιώνα, η μέση θερμοκρασία εκτιμάται ότι θα φτάσει τους 3,3°C.


Οσον αφορά στις μελλοντικές αλλαγές που θα επιφέρει η κλιματική αλλαγή στην περιοχή του Δήμου Χανίων, η μελέτη δείχνει ότι οι έντονες βροχοπτώσεις αναμένεται να σημειώσουν αύξηση έως και 6% την περίοδο 2021-2050 και έως 9% την περίοδο 2071-2100.




Πηγή: www.larissanet.gr




« Προηγουμενο
Επομενο »