ΝΕΟΤΕΡΑ
latest

728x90

468x60

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2019

Και πάλι στα συρτάρια το υπερώριμο και διαχρονικό αίτημα του διαχωρισμού Κράτους - Εκκλησίας - Χαράς ευαγγέλια για το θρησκευτικό κατεστημένο

Και πάλι στα συρτάρια το υπερώριμο και διαχρονικό αίτημα του διαχωρισμού Κράτους - Εκκλησίας - Χαράς ευαγγέλια για το θρησκευτικό κατεστημένο


Στις ελληνικές καλένδες παρέπεμψαν και επίσημα το υπερώριμο αίτημα του πλήρους διαχωρισμού κράτους - Εκκλησίας, σε πλήρη σύμπνοια, χτες, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αστικά κόμματα, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος στη συζήτηση επί των άρθρων 3, 13, 33 και 59.

Από την πλευρά της πλειοψηφίας ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Κ. Τζαβάρας, υποστήριξε ότι «μια χαρά κατοχυρώνουν τη θρησκευτική ελευθερία» τα υπάρχοντα άρθρα του Συντάγματος, προσθέτοντας ότι η Εκκλησία και η θρησκεία βρίσκονται στην «ψυχή και τη σκέψη της πλειοψηφίας των πολιτών».

«Η συνταγματική καθιέρωση της επίσημης θρησκείας, χαρακτηρίζει τη θρησκεία της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων και δεν αποτελεί, ούτε ευνοϊκότερη μεταχείρισή τους, ούτε περισσότερα προνόμιά τους», ανέφερε ο κ. Τζαβάρας και πρόσθεσε:

«Η προστασία των ατομικών, κοινωνικών και θρησκευτικών δικαιωμάτων , η κατοχύρωση της ελεύθερης θρησκευτικής συνείδησης και η θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους, κατοχυρώνονται και διασφαλίζονται πλήρως και πολλαπλώς από το Σύνταγμα μας. Οι συνταγματικές διατάξεις, προστατεύουν παράλληλα την πολιτεία, να μην διολισθήσει σε μη κοσμικές αντιλήψεις».

«Διασφαλίζεται πλήρως η ελεύθερη συμμετοχή κάθε νόμιμου πολίτη στη πολιτική, πολιτιστική και οικονομική ζωή του τόπου, ανεξάρτητα από τη θρησκευτική του συνείδηση».

«Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει η κατάργηση του άρθρου 3 που παραβιάζει το χαρακτήρα του ελληνικού κράτους», 
κατέληξε ο κ. Τζαβάρας.




Ο κ. Κατρούγκαλος έδωσε έμφαση στην ανάγκη ενός «εποικοδομητικού και ειλικρινούς διαλόγου», τονίζοντας ότι δεν πρέπει κανείς να αφήσει να πάει χαμένη η ευκαιρία συγκλίσεων και ευρύτατων συναινέσεων σε μία τόσο κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία. Πρότεινε να απαλειφθεί η παρ. 3 του άρθρου 3 του συντάγματος για τις σχέσεις κράτους-εκκλησίας, το οποίο χαρακτήρισε αντινεωτερικό, τονίζοντας ότι είναι «εντελώς παράλογο να συζητάμε αυτό το θέμα τον 21ο αιώνα», και υπογράμμισε την αναγκαιότητα της συνταγματικής πρόβλεψης για θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους.

Έντονα επικριτική για την άρνηση, όπως είπε, της ΝΔ, να συμβάλει σε ένα εποικοδομητικό κλίμα διαλόγου για να βρεθούν ευρύτερες συναινέσεις και συγκλίσεις, εμφανίστηκε η ειδική εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Σία Αναγνωστοπούλου.

«Αν σήμερα δεν υπάρξει συνεννόηση μεταξύ των κομμάτων όπως φαίνεται ότι θα γίνει από τη σημερινή συζήτηση, θα πάνε στην άκρη και άλλες 8 συνταγματικές διατάξεις γιατί δεν έχουν την απαιτούμενη πλειοψηφία των 180 βουλευτών. Γι’ αυτό το ΚΙΝΑΛ υποστηρίζει ότι είναι μια μάταιη αναθεώρηση», υπογράμμισε από την πλευρά του ο γενικός εισηγητής του ΚΙΝΑΛ Ανδρέας Λοβέρδος.

Στο παραπάνω πλαίσιο, το ΚΙΝΑΛ υποστήριξε την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 3 που προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση, ότι δηλαδή, η έννοια της επικρατούσας θρησκείας δεν αποτελεί αναγνώριση επίσημης κρατικής θρησκείας και δεν επιφέρει καμία δυσμενή συνέπεια σε βάρος άλλων θρησκευμάτων και γενικότερα στην απόλαυση του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας. Απέρριψε ωστόσο την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να καταστεί υποχρεωτικός ο πολιτικός όρκος για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τους υπουργούς και τους βουλευτές, αντιπροτείνοντας ο όρκος να δίνεται διαζευκτικά, θρησκευτικώς ή πολιτικώς.

Να παραμείνουν ως έχουν τα εν λόγω άρθρα πρότεινε ο Κ. Χήτας από την Ελληνική Λύση, ενώ για «ουδέτερη πολιτεία έναντι όλων των θρησκειών», χωρίς να κάνει λόγο συγκεκριμένα για διαχωρισμό κράτους - Εκκλησίας, μίλησε από το ΜέΡΑ25 η Αγ. Αδαμοπούλου.

[ads-post]

Υπερώριμος αστικός εκσυγχρονισμός που ισχύει αιώνες σε άλλες χώρες

Ο γενικός εισηγητής του ΚΚΕ, Γιάννης Γκιόκας, ανέφερε ότι το ΚΚΕ, πριν από 100 χρόνια, στο Ιδρυτικό του Συνέδριο ακόμα, σε ένα κεφάλαιο με τίτλο «Πρόγραμμα σημερινών απαιτήσεων», δηλαδή του 1918, αναδείκνυε την ανάγκη του διαχωρισμού κράτους - Εκκλησίας.




Όπως ανέφερε, 100 χρόνια μετά «δεν τολμάτε να κάνετε ούτε αυτό, έναν υπερώριμο αστικό εκσυγχρονισμό που σε πολλές χώρες συντελέστηκε από την ίδια την αστική τάξη και το κράτος της από την περίοδο ακόμη της Γαλλικής Επανάστασης του 1789», συμπληρώνοντας ότι «πρόκειται για έναν διαχωρισμό που σε καμία περίπτωση και σε τίποτε δεν εμποδίζει τα θρησκευτικά πιστεύω και την όποια θρησκευτική συνείδηση του ανθρώπου, όπως επίσης δεν παραγνωρίζει ούτε αρνείται τη συμβολή της Εκκλησίας στη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας, των λαϊκών παραδόσεων λόγω και του ρόλου που είχε στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».

Επισήμανε ότι η στάση της ΝΔ στο θέμα ήταν αναμενόμενη, όμως ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως πριν το ΠΑΣΟΚ, παρά τις αρχικές του διακηρύξεις δεν τόλμησε στο διά ταύτα να προτείνει τον διαχωρισμό κράτους - Εκκλησίας, υποχώρηση την οποία καλύπτει με διάφορους φραστικούς νεωτερισμούς. Επιπρόσθετα, ως κυβέρνηση, όχι μόνο δεν ακούμπησε το περιουσιακό αλλά «επιχειρήσατε - σημείωσε - να κάνετε και ένα ντιλ μέσω του γνωστού ταμείου - άσχετα ότι δεν καρποφόρησε - χειρότερο από αυτό της ΝΔ, όπου θέλατε να εντάξετε εκτάσεις του Δημοσίου οι οποίες διεκδικούνται από την Εκκλησία», με βάση χρυσόβουλα από το οθωμανικό κράτος, φιρμάνια κ.ο.κ. Δηλαδή, «να νομιμοποιήσετε με αυτόν τον τρόπο αυτές τις διεκδικήσεις για να αποσπάσετε τη συναίνεση της Εκκλησίας στις περιορισμένου χαρακτήρα συνταγματικές αλλαγές που προωθούσατε», ανέφερε.

Ο βουλευτής του ΚΚΕ έκανε καθαρό πως «όταν μιλάμε για πλήρη διαχωρισμό κράτους - Εκκλησίας μιλάμε για κατάργηση της αναφοράς στο Σύνταγμα σε επικρατούσα θρησκεία, που δεν καλύπτει η ερμηνευτική δήλωση». Ακόμα, ότι πέρα από την υποχρεωτικότητα του πολιτικού όρκου, τον πολιτικό χαρακτήρα διαφόρων τελετών (γάμοι, βαφτίσεις κ.ά.), «μιλάμε για την κατάργηση του κατηχητικού χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών με την αλλαγή της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του Συντάγματος».




Απαντώντας στα επιχειρήματα που επιστρατεύτηκαν από τα αστικά κόμματα για να διατηρηθεί ο όρος «επικρατούσα θρησκεία», όπως ότι πρόκειται για διαπιστωτικό χαρακτήρα, ο Γ. Γκιόκας τόνισε αυτό δεν ισχύει, όπως προκύπτει από πρόσφατες αλλά και παλιότερες αναχρονιστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες, στη βάση αυτών των άρθρων και των όρων, έκρινε ότι είναι αντισυνταγματική η κατάργηση της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών στα σχολεία.

«Το πιο σημαντικό, όμως, πέρα από έννομα αποτελέσματα για τέτοιου είδους αναχρονιστικές αποφάσεις» τόνισε ότι «είναι τα ιδεολογικά αποτελέσματα, οι ιδεολογικές συνέπειες που έχει η αναφορά σε "επικρατούσες θρησκείες" και στη θρησκευτική συνείδηση ως σκοπό της Παιδείας (άρθρο 16 παρ. 2) και όλη αυτή η υπόκλιση στον ανορθολογισμό ως φυσιογνωμικό στοιχείο της Εκπαίδευσης που δεν το ακούμπησε ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ και εννοείται ούτε η ΝΔ».

Υπενθύμισε ότι το ΚΚΕ από το 2008 έχει καταθέσει ένα πλέγμα προτάσεων για τον υπερώριμο πλήρη διαχωρισμό κράτους - Εκκλησίας, που παραμένει επίκαιρο.

Ο ειδικός εισηγητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελής, χαρακτήρισε οχυρό του ανορθολογισμού στα σχολεία τη διατήρηση της παρ. 2 του άρθρου 16 ότι σκοπός της Παιδείας είναι η προαγωγή της θρησκευτικής συνείδησης τον 21ο αιώνα, τονίζοντας ότι το ΚΚΕ στέκεται με σεβασμό στην προσφορά του μικρού κλήρου στους αγώνες του λαού και τη συμμετοχή του στο ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, προσθέτοντας ότι στις προτάσεις του ΚΚΕ για τον πλήρη διαχωρισμό κράτους - Εκκλησίας υπάρχει ειδική μέριμνα για την προστασία των δικαιωμάτων και την εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης των μικρών κληρικών. Ωστόσο, όπως επισήμανε, «ένα αναγκαίο βήμα εκσυγχρονισμού φαίνεται να χάνεται και πάλι και εδώ κάθε πολιτική δύναμη αναλαμβάνει την ευθύνη της και θα κριθεί».

Οι Ταλιμπάν του ανορθολογισμού, του κληρικαλισμού και των πελατειακών αλληλοτροφοδοτούμενων σχέσεων κράτους-εκκλησίας μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι. Όπως και η λαϊκή συνείδηση, που απερίσπαστη από "πειρασμούς", δεν θα βάζει εμπόδια στην εκμετάλλευση του, θα φοβάται όλες τις "ανώτερες" δυνάμεις και φυσικά θα υποκλίνεται στην αστική εξουσία. Από το 1789 της μεγάλης αστικής γαλλικής επανάστασης δεν απέχει μόνο 230 χρόνια το ελληνικό κοινοβούλιο αλλά και αντίστοιχα έτη φωτός αντίληψης και συνείδησης, με αποτέλεσμα να είναι χαμένο στα πιο μαύρα σκοτάδια της καθυστέρησης και του ανορθολογισμού.




Επιμέλεια-σχόλιο: Πάνος Ευθυμίου






« Προηγουμενο
Επομενο »

Δεν υπάρχουν σχόλια